Ο Συκολόγος βρίσκεται στη νοτιοανατολική άκρη του Δήμου Βιάννου, στο Νομό Ηρακλείου. Εκτείνεται από την πλαγιά στα βόρεια μέχρι τα Τέρτσα στο νότο, συνορεύοντας ανατολικά με τις περιοχές των Μουρνιών, των Γδοχίων και του Μύρτου, και δυτικά με το Καλάμι και έχει υψόμετρο 580 μέτρα.Παλιότερα, τα κτίρια του χωριού χρησιμοποιούνταν ως αποθήκες για χαρούπια και κίτρα, ενώ σήμερα κυριαρχούν οι θερμοκηπιακές και υπαίθριες καλλιέργειες, όπως ντομάτες, μελιτζάνες και μπανάνες. Οι κάτοικοι ασχολούνται κυρίως με τη γεωργία, εκμεταλλευόμενοι το ζεστό κλίμα της περιοχής. Μερικοί κατοικούν μόνιμα στα κοντινά παράλια, όπως η Ψαρή Φοράδα και τα Τέρτσα, που παραμένουν ανέγγιχτα από τον τουρισμό.
Ο Συκολόγος είναι ένας τόπος με μακραίωνη ιστορία, που μαρτυρά την αρχαία του προέλευση ακόμα και από το όνομά του, το οποίο προέρχεται πιθανότατα από τη συλλογή σύκων. Αν και δεν είναι σαφές πότε κατοικήθηκε για πρώτη φορά, υπάρχουν ενδείξεις πως οι πρώτοι κάτοικοι ζούσαν και στους γύρω οικισμούς, κοντά στις περιοχές όπου εργαζόταν. Η ύπαρξή του επιβεβαιώνεται ήδη από το 1583, όταν καταγράφηκε σε βενετσιάνικες απογραφές ως "Sicologo", με σημαντικό πληθυσμό για την εποχή. Κατά την Τουρκοκρατία, το χωριό αποτέλεσε μία από τις πρώτες βάσεις των Οθωμανών στην περιοχή, οι οποίοι, με βίαιες τακτικές, ανάγκασαν τους κατοίκους να εγκαταλείψουν τις εστίες τους και να βρουν καταφύγιο στις σπηλιές της γύρω περιοχής. Ο Συκολόγος είχε πάντα έντονη συμμετοχή στους αγώνες του έθνους, με πολλούς κατοίκους να πολεμούν στις κρητικές επαναστάσεις, καθώς και σε μάχες στη Μακεδονία και το αλβανικό μέτωπο 1940-1941.το χωριό ισοπεδώθηκε από τους Γερμανούς, ενώ πολλοί Συκολογιανοί συνελήφθησαν και κρατήθηκαν όμηροι. Αν και οι περισσότεροι γλίτωσαν, υπήρξαν και θύματα, όπως ένα διανοητικό ανάπηρο 15χρονο αγόρι που εκτελέστηκε μαζί με άλλους στην τοποθεσία Καρτσάνα. Παρά τις δοκιμασίες του, το χωριό γεννήθηκε. Σήμερα, αποτελεί έναν τόπο όπου κυριαρχεί η αγροτική ζωή, με καλλιέργειες ελιάς, μπανάνας και κηπευτικών. Τα ερείπια του παρελθόντος δεν στάθηκαν εμπόδιο στην πρόοδο, αλλά αντίθετα, έγιναν θεμέλιο μιας κοινότητας που συνεχίζει να τιμά την ιστορία και την κληρονομιά της.
Ο Συκολόγος, όπως και όλη η Κρήτη, πέρασε μέσα από διαδοχικές φάσεις διοίκησης και πολιτικών μεταβολών, ακολουθώντας τον παλμό της ιστορίας του νησιού. Από την περίοδο της Επανάστασης του 1821 έως και την Επανάσταση του 1866, το χωριό διοικούνταν ανεπίσημα από αιρετούς Δημογέροντες, ένα σύστημα που είχαν επιβάλει οι επαναστάτες από τη Γραμβούσα. Ήταν μια μορφή αυτοδιοίκησης που αντικατόπτριζε την ανάγκη των Κρητών να διαχειρίζονται τις υποθέσεις τους, μακριά από την οθωμανική εξουσία. Το 1832-33, ο Μουσταφά Πασάς κατέγραψε 37 οικογένειες στο χωριό, αριθμός που μεταφράζεται σε περισσότερους από 160 κατοίκους, όλοι τους Ορθόδοξοι Χριστιανοί. Με την πάροδο των ετών, οι αλλαγές στη διοικητική οργάνωση της Κρήτης επηρέασαν και τον Συκολόγο. Το 1858, η Οθωμανική Αυτοκρατορία άρχισε να αναγνωρίζει επίσημα τη διοίκηση των χωριών μέσω των Δημογερόντων, με σχετικό αυτοκρατορικό διάταγμα που περιόριζε τις παρεμβάσεις του Μουλά Εφέντη στις υποθέσεις των Χριστιανών. Με την καθιέρωση του Δημοτικού Νόμου το 1868, ο Συκολόγος εντάχθηκε στον Δήμο Αγίου Βασιλείου, παραμένοντας μέρος της επαρχίας Βιάννου. Αργότερα, οι μεταρρυθμίσεις του Καποδίστρια και του Καλλικράτη τον ενσωμάτωσαν ως Κοινότητα Συκολόγου στον Δήμο Βιάννου. Οι πληθυσμιακές μεταβολές της περιοχής αποτυπώνονται καθαρά στις απογραφές. Η δεκαετία του 1960 σηματοδότησε την ανάπτυξη του παραλιακού οικισμού Τέρτσα, γεγονός που αντικατοπτρίζεται στα δημογραφικά στοιχεία. Το 1971, ο Συκολόγος είχε 487 κατοίκους, εκ των οποίων μόλις 10 διέμεναν στα Τέρτσα. Μέχρι το 1981, ο πληθυσμός διαμορφώθηκε στους 474 κατοίκους, με τους 106 να κατοικούν πλέον στα Τέρτσα και τις Άνω Βίγλες. Ωστόσο, το 1991 σημειώθηκε αισθητή μείωση, με τον συνολικό πληθυσμό να πέφτει στους 371 κατοίκους.